φολίδα

φολίδα
η
1. καθένα από τα οστρακοειδή πλακίδια που καλύπτουν το δέρμα ερπετών και ψαριών, το λέπι.
2. καθένα από τα λέπια που πέφτουν από την ανθρώπινη επιδερμίδα ύστερα από θεραπεία δερματικής ή εξανθηματικής αρρώστιας.
3. κηλίδα ή στίγμα ή βούλα στο δέρμα λεοπάρδαλης ή πάνθηρα.
4. μετάλλινο έλασμα σε οποιοδήποτε τεχνητό αντικείμενο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • φολίδα — η / φολίς, ίδος, ΝΜΑ, και φωλίς Α 1. καθένα από τα μικρά οστρακοειδή πετάλια που καλύπτουν το σώμα τών ερπετών και τών ψαριών, λέπι 2. μικρή μεταλλική πλάκα με την οποία καλύπτουν την επιφάνεια διαφόρων αντικειμένων νεοελλ. 1. μεταλλικό έλασμα 2 …   Dictionary of Greek

  • φολίδα — φολίς horny scale fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λέπι — το (AM λέπιον, Μ και λέπιο) μικρό πετάλιο επιδερμίδας αποτελούμενο από συνεχόμενα κύτταρα κεράτινης στιβάδας το οποίο αποπίπτει σε διάφορες καταστάσεις, περισσότερο ή λιγότερο παθολογικές, όπως είναι οι υπερκερατώσεις ή η πιτυρίδα νεοελλ. 1.… …   Dictionary of Greek

  • λέπος — το (Α λέπος) [λέπω] λέπι ή φολίδα αρχ. φλοιός, κέλυφος («κυάμου λέπος», Λουκ.) …   Dictionary of Greek

  • φελλός — Ειδικός φυτικός ιστός, που επενδύει ως προστατευτικό στρώμα, μικρότερου ή μεγαλύτερου πάχους, τους κορμούς και τις ρίζες όλων των δικοτυλήδονων ξυλωδών φυτών. Παράγεται από ένα δευτερογενές μερίστωμα, το φελλογόνο, και αποτελείται από… …   Dictionary of Greek

  • φολίς — ίδος, ἡ, ΜΑ βλ. φολίδα …   Dictionary of Greek

  • φολιδοειδής — ές, ΜΑ αυτός που μοιάζει με φολίδα, λεπιδοειδής. [ΕΤΥΜΟΛ. < φολίς, ίδος + ειδής*] …   Dictionary of Greek

  • φωλίς — (I) ίδος, ἡ, Α είδος θαλάσσιου ψαριού. [ΕΤΥΜΟΛ. < φωλεός / φωλεά + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. δεσμ ίς)]. (II) ίδος, ἡ, Α βλ. φολίδα …   Dictionary of Greek

  • Σουόνσκομπ, άνθρωπος του- — Πρωτάνθρωπος που ίχνη του βρέθηκαν στο Κεντ της Μ. Βρετανίας, στην τοποθεσία Σουόνσκομπ (1935). Τα ίχνη του άνθρωπου του Σ. εντοπίστηκαν σε πλειστοκαινικά πετρώματα. Πρόκειται για ένα ινιακό και ένα βρεγματικό οστούν, που μελετήθηκαν από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”